Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θνησιμότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θνησιμότητα [θnisiˈmɔtita] SUBST θηλ

θνησιμότητα
Sterblichkeit θηλ
βρεφική θνησιμότητα
επαγγελματική θνησιμότητα

Παραδειγματικές φράσεις με θνησιμότητα

βρεφική θνησιμότητα
επαγγελματική θνησιμότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский