Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θεοποίηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θεοποίησ|η <-εις> [θɛɔˈpiisi] SUBST θηλ

θεοποίηση
Vergötterung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский