Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θανατώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θανατώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> VERB μεταβ

1. θανατώνω (σκοτώνω):

θανατώνω

2. θανατώνω (εκτελώ θανατική ποινή):

θανατώνω
θανατώνω κάποιον με πέτρες

3. θανατώνω μτφ (πικραίνω πολύ):

θανατώνω

Παραδειγματικές φράσεις με θανατώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский