Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θάμβος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θάμβος [ˈθaɱvɔs] SUBST ουδ

1. θάμβος (λάμψη):

θάμβος
Leuchten ουδ

2. θάμβος μτφ (εποχής, τέχνης):

θάμβος
Glanz αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский