Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζωτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζωτικ|ός <-ή, -ό> [zɔtiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ζωτικός (που αναφέρεται στη ζωή):

ζωτικός
Lebens-
Lebenskraft θηλ

2. ζωτικός (γεμάτος ζωή):

ζωτικός

3. ζωτικός (απαραίτητος για τη ζωή):

ζωτικός
είδη ουδ πλ ζωτικής σημασίας ΟΙΚΟΝ
Bedarfsartikel αρσ πλ

4. ζωτικός (απαραίτητος):

ζωτικός

5. ζωτικός (πολύ σημαντικός):

ζωτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский