Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ευημερία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ευημερία [ɛvimɛˈria] SUBST θηλ

ευημερία
Wohlstand αρσ
κοινωνική ευημερία
Gemeinwohl ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με ευημερία

κοινωνική ευημερία
Gemeinwohl ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский