Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εσπερινός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . εσπεριν|ός <-ή, -ό> [ɛspɛriˈnɔs] ΕΠΊΘ

εσπερινός
Abend-, abendlich

II . εσπεριν|ός [ɛspɛriˈnɔs] SUBST αρσ ΘΡΗΣΚ

εσπερινός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский