Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επώαση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επώασ|η <-εις> [ɛˈpɔasi] SUBST θηλ

1. επώαση (κλώσημα):

επώαση
Ausbrüten ουδ

2. επώαση ΙΑΤΡ:

επώαση
Inkubation θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский