Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επιδόρπιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επιδόρπιο [ɛpiˈðɔrpiɔ] SUBST ουδ

επιδόρπιο
Nachtisch αρσ
επιδόρπιο ουδ
Dessert ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με επιδόρπιο

μαχαίρι για επιδόρπιο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский