Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επίγονος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επίγονος [ɛˈpiɣɔnɔs] SUBST αρσ

1. επίγονος (απόγονος):

επίγονος
Nachkomme αρσ

2. επίγονος (διάδοχος):

επίγονος
Nachfolger(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский