Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εντεύθεν“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εντεύθεν [ɛnˈdɛfθɛn] ΕΠΊΡΡ

1. εντεύθεν (τοπικά):

εντεύθεν του ποταμού

2. εντεύθεν (λοιπόν, άρα):

εντεύθεν

Παραδειγματικές φράσεις με εντεύθεν

εντεύθεν του ποταμού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский