Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δικονομία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δικονομία [ðikɔnɔˈmia] SUBST θηλ ΝΟΜ

δικονομία
Prozessrecht ουδ
δικονομία
ποινική δικονομία
πολιτική δικονομία

Παραδειγματικές φράσεις με δικονομία

ποινική δικονομία
πολιτική δικονομία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский