Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαπνέομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαπνέομαι [ðiaˈpnɛɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα nur präs

διαπνέομαι από κάτι

Παραδειγματικές φράσεις με διαπνέομαι

διαπνέομαι από κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский