Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διαμετρικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διαμετρικ|ός <-ή, -ό> [ðiamɛtriˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. διαμετρικός (της διαμέτρου):

διαμετρικός

2. διαμετρικός (κατά τη διεύθυνση της διαμέτρου):

διαμετρικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский