Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δευτερολογώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δευτερολογ|ώ <-είς, -ησα> [ðɛftɛrɔlɔˈɣɔ] VERB αμετάβ

δευτερολογώ για το θέμα των

Παραδειγματικές φράσεις με δευτερολογώ

δευτερολογώ για το θέμα των

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский