Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „δασοφυλακή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

δασοφυλακή [ðasɔfilaˈci] SUBST θηλ

1. δασοφυλακή (υπηρεσία):

δασοφυλακή
Forstbehörde θηλ

2. δασοφυλακή (οι δασοφύλακες):

δασοφυλακή
Förster πλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский