Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γριπώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γριπώδ|ης <-ης, -ες> [ɣriˈpɔðis] ΕΠΊΘ

γριπώδης
γριπώδης λοίμωξη
grippaler Infekt αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με γριπώδης

γριπώδης λοίμωξη

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский