Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γλυκοχαράζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γλυκοχαρά|ζω <-ξα> [ɣlikɔxaˈrazɔ] VERB αμετάβ

1. γλυκοχαράζω:

2. γλυκοχαράζω (βουνό):

γλυκοχαράζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский