Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γαζώνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γαζώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ɣaˈzɔnɔ] VERB μεταβ

1. γαζώνω (ράβω):

γαζώνω

2. γαζώνω (κοροϊδεύω):

γαζώνω

3. γαζώνω (με πυροβόλο: αυτοκίνητο κτλ):

γαζώνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский