Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „γάστρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

γάστρα [ˈɣastra] SUBST θηλ

1. γάστρα (μαγειρικό σκεύος):

γάστρα
Kochtopf αρσ

2. γάστρα (γλάστρα):

γάστρα
Blumentopf αρσ

3. γάστρα ΝΑΥΣ:

γάστρα
Rumpfboden αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский