Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βόρβορος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βόρβορος [ˈvɔrvɔrɔs] SUBST αρσ

βόρβορος
Schlamm αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский