Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βούτυρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βούτυρο [ˈvutirɔ] SUBST ουδ

βούτυρο
Butter θηλ
βούτυρο κακάου
Kakaobutter θηλ
φυτικό βούτυρο

Παραδειγματικές φράσεις με βούτυρο

φυτικό βούτυρο
βούτυρο κακάου

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский