Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βενζύλιο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βενζύλιο [vɛnˈziliɔ] SUBST ουδ

βενζύλιο
Benzyl ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский