Ελληνικά » Γερμανικά

βενεζουελαν|ός <-ή, -ό> [vɛnɛzuɛlaˈnɔs] ΕΠΊΘ

βενεζουελανός

Βενεζουελαν|ός (-ή) [vɛnɛzuɛlaˈn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με βενεζουελανός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский