Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „βέσπα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

βέσπα [ˈvɛspa] SUBST θηλ

1. βέσπα:

βέσπα
Motorroller αρσ

2. βέσπα (της μάρκας Vespa):

βέσπα
Vespa θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский