Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αργοπορία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αργοπορία [arɣɔpɔˈria] SUBST θηλ

1. αργοπορία (καθυστέρηση):

αργοπορία
Verspätung θηλ

2. αργοπορία (βραδύτητα):

αργοπορία
Langsamkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский