Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποχώρηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποχώρησ|η <-εις> [apɔˈxɔrisi] SUBST θηλ

1. αποχώρηση (από αξίωμα):

αποχώρηση
Rücktritt αρσ

2. αποχώρηση ΣΤΡΑΤ:

αποχώρηση
Abzug αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский