Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αποδεδειγμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αποδεδειγμέν|ος <-η, -ο> [apɔðɛðiɣˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ

αποδεδειγμένος
επιστημονικά αποδεδειγμένος

Παραδειγματικές φράσεις με αποδεδειγμένος

επιστημονικά αποδεδειγμένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский