Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αξιοπρόσεκτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αξιοπρόσεκτ|ος [aksiɔˈprɔsɛktɔs], αξιοπρόσεχτ|ος [aksiɔˈprɔsɛxtɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

αξιοπρόσεκτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский