Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανυπολόγιστος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανυπολόγιστ|ος <-η, -ο> [anipɔˈlɔjistɔs] ΕΠΊΘ

1. ανυπολόγιστος (που δεν μπορεί να λογαριαστεί):

ανυπολόγιστος

2. ανυπολόγιστος (ανεκτίμητος):

ανυπολόγιστος

3. ανυπολόγιστος (ζημιά):

ανυπολόγιστος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский