Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αντιμονοπωλιακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αντιμονοπωλιακ|ός <-ή, -ό> [andimɔnɔpɔliaˈkɔs] ΕΠΊΘ

αντιμονοπωλιακός
Antimonopol-, Monopolbekämpfungs-
Kartellrecht ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский