Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανταμοιβή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανταμοιβή [andamiˈvi] SUBST θηλ

1. ανταμοιβή (γενικά):

ανταμοιβή
Belohnung θηλ

2. ανταμοιβή (χρηματικό ποσό για υπηρεσία):

ανταμοιβή
Vergütung θηλ
εφάπαξ ανταμοιβή

Παραδειγματικές φράσεις με ανταμοιβή

εφάπαξ ανταμοιβή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский