Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανθρωποειδής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανθρωποειδ|ής <-ής, -ές> [anθrɔpɔiˈðis] ΕΠΊΘ (γενικά)

ανθρωποειδής

Παραδειγματικές φράσεις με ανθρωποειδής

ανθρωποειδής πίθηκος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский