Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αναποφασιστικότητα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αναποφασιστικότητα [anapɔfasistiˈkɔtita] SUBST θηλ

αναποφασιστικότητα
κάνω κάτι από αναποφασιστικότητα

Παραδειγματικές φράσεις με αναποφασιστικότητα

κάνω κάτι από αναποφασιστικότητα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский