Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ανάγλυφος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ανάγλυφ|ος <-η, -ο> [aˈnaɣlifɔs] ΕΠΊΘ

1. ανάγλυφος (σε επιφάνεια):

ανάγλυφος

2. ανάγλυφος (χάρτης κτλ):

ανάγλυφος
Relief-
ανάγλυφος χάρτης
Reliefkarte θηλ

3. ανάγλυφος μτφ (εικόνα):

ανάγλυφος

Παραδειγματικές φράσεις με ανάγλυφος

ανάγλυφος χάρτης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский