Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αμινοξύ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αμινοξ|ύ <-έος> [aminɔˈksi] SUBST ουδ

αμινοξ|ύ <-έος> [aminɔˈksi] SUBST ουδ

αμινοξύ
Aminosäure θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αμινοξύ

απαραίτητο αμινοξύ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский