Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακρόπρωρο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακρόπρωρο [aˈkrɔprɔrɔ] SUBST ουδ

ακρόπρωρο
Galionsfigur θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский