Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακοσμία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακοσμία [akɔzˈmia] SUBST θηλ

1. ακοσμία (ανάρμοστη συμπεριφορά):

ακοσμία

2. ακοσμία ΦΙΛΟΣ:

ακοσμία
Akosmismus αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский