Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ακέφαλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ακέφαλ|ος <-η, -ο> [aˈcɛfalɔs] ΕΠΊΘ

1. ακέφαλος (χωρίς κεφάλι):

ακέφαλος

2. ακέφαλος μτφ (χωρίς ηγέτη):

ακέφαλος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский