Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αθεράπευτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αθεράπευτ|ος <-η, -ο> [aθɛˈrapɛftɔs] ΕΠΊΘ

αθεράπευτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский