Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άχαρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άχαρ|ος <-η, -ο> [ˈaxarɔs] ΕΠΊΘ

1. άχαρος (χωρίς χάρη, ανιαρός):

άχαρος

2. άχαρος (χωρίς χαρές: ζωή, άνθρωπος):

άχαρος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский