Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „άντυτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

άντυτ|ος <-η, -ο> [ˈanditɔs] ΕΠΊΘ

1. άντυτος (γυμνός):

άντυτος

2. άντυτος (χωρίς κατάλληλα ρούχα):

άντυτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский