Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: τατζικικός , κατσίκα , Τατζικικά και Τατζίκος

τατζικικ|ός <-ή, -ό> [tandziciˈkɔs] ΕΠΊΘ

κατσίκα [kaˈtsika] SUBST θηλ

Τατζίκ|ος (-α) [tanˈdzik|ɔs, -a] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский