Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλάστης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . πλάστης (πλάστρια) [ˈplastis, ˈplastria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

πλάστης (πλάστρια)
Schöpfer(in) αρσ (θηλ)

II . πλάστης (πλάστρια) [ˈplastis, ˈplastria] SUBST αρσ (θηλ)

1. πλάστης (ο Θεός):

πλάστης (πλάστρια)
Schöpfer αρσ

2. πλάστης (πλαστήρι):

πλάστης (πλάστρια)
Teigrolle θηλ
πλάστης (πλάστρια)
Nudelholz ουδ

3. πλάστης ΒΙΟΛ:

πλάστης (πλάστρια)
Plast αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский