Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Ούγγρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Ούγγρος [ˈuŋgrɔs], Ουγγαρέζα [uŋgaˈrɛza] SUBST αρσ/θηλ

Ούγγρος
Ungar(in) αρσ (θηλ)
ένας Ούγγρος ηθοποιός

Παραδειγματικές φράσεις με Ούγγρος

ένας Ούγγρος ηθοποιός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский