Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Νορβηγός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Νορβηγός [nɔrviˈɣɔs] SUBST αρσ, Νορβηγή [nɔrviˈji], Νορβηγίδα [nɔrviˈjiða] SUBST θηλ

Νορβηγός
Norweger(in) αρσ (θηλ)
ένας Νορβηγός ποιητής

Παραδειγματικές φράσεις με Νορβηγός

ένας Νορβηγός ποιητής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский