Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Αρμένιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Αρμένιος [arˈmɛniɔs], Αρμένης [arˈmɛnis] SUBST αρσ, Αρμένια [arˈmɛnia], Αρμένισσα [arˈmɛnisa] SUBST θηλ

Αρμένιος
Armenier(in) αρσ (θηλ)
ένας Αρμένιος ποιητής

Παραδειγματικές φράσεις με Αρμένιος

ένας Αρμένιος ποιητής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский