Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Schranze , Schranke , Bahnschranke και hochrangig

Schranke <-, -n> [ˈʃraŋkə] SUBST θηλ

1. Schranke (Bahnschranke):

μπάρα θηλ

hochrangig ΕΠΊΘ

Bahnschranke <-, -n> SUBST θηλ, Bahnschranken <-s, -> SUBST αρσ A

2. Bahnschranke οικ:

μπάρα θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γερμανικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский