Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Theologe , Theologie και Theologin

Theologe <-n, -n> [teoˈloːgə] SUBST αρσ

Theologin <-, -nen> SUBST θηλ

Theologie <-> [teoloˈgiː] SUBST θηλ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский