Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Sexist , sexistisch και Sexismus

Sexist(in) <-en, -en> [sɛˈksɪst, zɛˈksɪst] SUBST αρσ(θηλ)

sexistisch ΕΠΊΘ

Sexismus <-s> [sɛˈksɪsmʊs, zɛˈksɪsmʊs] SUBST αρσ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский